- περικάθημαι
- V 0-3-0-0-5=8 JgsB 9,31; 1 Kgs 15,27; 2 Kgs 6,25; 1 Mc 5,3; 6,24to besiege (a city) [τι] JgsB 9,31; id. [abs.] 1 Mc 11,22; to besiege, to lay siege to [ἐπί τι] 2 Kgs 6,25 Cf. HELBING 1928, 88
Lust (λαγνεία). 2014.
Lust (λαγνεία). 2014.
περικάθημαι — to be seated all round pres ind mid 1st sg περικάθημαι to be seated all round pres ind mid 1st sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περικάθημαι — και ιων. τ. περικάτημαι Α [κάθημαι] 1. κάθομαι ολόγυρα, περικαθέζομαι* 2. (σχετικά με πόλη) περικυκλώνω, πολιορκώ 3. πολιορκώ από τη θάλασσα, αποκλείω 4. κάθομαι κοντά σε κάποιον ως σύντροφος ή φίλος … Dictionary of Greek
περικάθηνται — περικάθημαι to be seated all round pres ind mid 3rd pl περικάθημαι to be seated all round pres ind mid 3rd pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περικάθηται — περικάθημαι to be seated all round pres ind mid 3rd sg περικάθημαι to be seated all round pres ind mid 3rd sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περι- — (ΑΜ περι ) α συνθετικό πολλών συνθέτων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στην πρόθεση περί και εμφανίζει τις ακόλουθες σημασίες: α) γύρω, ολόγυρα, από όλες τις μεριές, από παντού (πρβλ. περι βρέχω, περι γιάλι, περι λούω, περι… … Dictionary of Greek